Imiesłów στα ελληνικά
Μετάφραση: imiesłów, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μετοχή, μετοχής, μετοχή γραμματικής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- imienny στα ελληνικά - προσωπικός, ονομαστικός, προσωπική, προσωπικών, προσωπικά, προσωπικές
- imiesłowowy στα ελληνικά - μετοχικός, μετοχικού, μετοχικό, μετοχική, συμμετοχικής
- imigracja στα ελληνικά - μετανάστευση, μετανάστευσης, τη μετανάστευση, της μετανάστευσης, μεταναστευτική
- imigrant στα ελληνικά - μετανάστης, μεταναστών, των μεταναστών, μετανάστες, μετανάστη
Τυχαίες λέξεις
Imiesłów στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μετοχή, μετοχής, μετοχή γραμματικής
Μεταφράσεις: μετοχή, μετοχής, μετοχή γραμματικής