Językoznawca στα ελληνικά
Μετάφραση: językoznawca, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γλωσσομαθής, γλωσσολόγος, γλωσσολόγο, γλωσσολόγου, γλωσσομαθούς
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bibliotekarstwo στα ελληνικά - βιβλιοθήκη, βιβλιοθηκονομία, βιβλιοθηκονομίας, βιβλιοθηκαρίου, τη βιβλιοθηκονομία, βιβλιοθηκονομικό
- dalba στα ελληνικά - δελφίνι, Dalba
- element στα ελληνικά - στοιχείο, μονάδα, πράγμα, κομμάτι, στοιχείου, στοιχείων, στοιχεία, ...
- encefalograf στα ελληνικά - εγκεφαλογράφημα
Τυχαίες λέξεις
Językoznawca στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γλωσσομαθής, γλωσσολόγος, γλωσσολόγο, γλωσσολόγου, γλωσσομαθούς
Μεταφράσεις: γλωσσομαθής, γλωσσολόγος, γλωσσολόγο, γλωσσολόγου, γλωσσομαθούς