Kemping στα ελληνικά

Μετάφραση: kemping, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατασκήνωση, κάμπινγκ, camping, κατασκήνωσης, το κάμπινγκ
Kemping στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • gabaryt στα ελληνικά - μέτρηση, εκτιμώ, μετρητής, διάσταση, υπολογίζω, καταμέτρηση, μετρητή, ...
  • goj στα ελληνικά - goi, ΔΑΙ, ΚΙ, ΚΤΙ, ινδικές δημόσιες αρχές
  • granulator στα ελληνικά - κοκκοποίησης, κοκκιοποιητή, κοκκοποιητής, κοκκοποιητή, κοκκοποιητού
  • gwintowany στα ελληνικά - σπείρωμα, Νήμα, Θεμάτων, με σπείρωμα, Threaded
Τυχαίες λέξεις
Kemping στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατασκήνωση, κάμπινγκ, camping, κατασκήνωσης, το κάμπινγκ