Miot στα ελληνικά
Μετάφραση: miot, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απορρίμματα, σκουπίδια, απορριμμάτων, στρωμνή, απορριμάτων, στρωμνής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abrazyjny στα ελληνικά - τραχιά, Λειαντικά, Λειαντικές, Λειαντικοί, Abrasive
- alkaliczność στα ελληνικά - αλκαλικότης, αλκαλικότητα, αλκαλικότητας, την αλκαλικότητα, της αλκαλικότητας
- gospodarka στα ελληνικά - οικονομολογία, οικονομική, οικονομία, οικονομίας, οικονομία της, οικονομίας της, της οικονομίας
- impertynencko στα ελληνικά - φαιδρώς, αέρινο
Τυχαίες λέξεις
Miot στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απορρίμματα, σκουπίδια, απορριμμάτων, στρωμνή, απορριμάτων, στρωμνής
Μεταφράσεις: απορρίμματα, σκουπίδια, απορριμμάτων, στρωμνή, απορριμάτων, στρωμνής