Mnogość στα ελληνικά
Μετάφραση: mnogość, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλήθος, τοποθετώ, καθορισμένος, πολλαπλότητα, πληθώρα, πολλαπλότητας, πλειάδα
Μεταφράσεις
- czasownikowy στα ελληνικά - φραστικός, λεκτική, λεκτικές, προφορική, λεκτικό, λεκτικής
- dawkowanie στα ελληνικά - δοσολογία, δόση, δοσολογίας, δόσης, δόσεως
- doradztwo στα ελληνικά - συμβουλή, συμβουλές, συμβουλών, παροχή συμβουλών, τις συμβουλές
- dziekanat στα ελληνικά - πρυτανεία, Κοσμητεία, deanery, Πρυτανείας, Κοσμητείας
Τυχαίες λέξεις
Mnogość στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλήθος, τοποθετώ, καθορισμένος, πολλαπλότητα, πληθώρα, πολλαπλότητας, πλειάδα
Μεταφράσεις: πλήθος, τοποθετώ, καθορισμένος, πολλαπλότητα, πληθώρα, πολλαπλότητας, πλειάδα