Niebezpieczeństwo στα ελληνικά
Μετάφραση: niebezpieczeństwo, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ριψοκινδυνεύω, αποτολμώ, καημός, κίνδυνος, ατυχία, θλίψη, διακυβεύω, αγωνία, κίνδυνο, κινδύνου, κινδύνους, κινδυνεύει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anektować στα ελληνικά - παράρτημα, παραρτήματος, το παράρτημα, του παραρτήματος, παράρτη
- autarchia στα ελληνικά - απολυταρχία, αυταρχισμό, αυταρχισμού, αυταρχισμός, ο αυταρχισμός
- balneologia στα ελληνικά - λουτροθεραπεία, λουτροθεραπείες, balneology, υδροθεραπεία, το balneology
- bukowanie στα ελληνικά - κρατήσεις, κρατήσεων, τις κρατήσεις, οι κρατήσεις, κράτηση
Τυχαίες λέξεις
Niebezpieczeństwo στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ριψοκινδυνεύω, αποτολμώ, καημός, κίνδυνος, ατυχία, θλίψη, διακυβεύω, αγωνία, κίνδυνο, κινδύνου, κινδύνους, κινδυνεύει
Μεταφράσεις: ριψοκινδυνεύω, αποτολμώ, καημός, κίνδυνος, ατυχία, θλίψη, διακυβεύω, αγωνία, κίνδυνο, κινδύνου, κινδύνους, κινδυνεύει