Nierychliwy στα ελληνικά

Μετάφραση: nierychliwy, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καθυστερημένος, αργός, βραδυκίνητος, βραδύς, καθυστερημένη, μη έγκαιρη, καθυστερημένα
Nierychliwy στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • edytor στα ελληνικά - συντάκτης, εκδότης, επεξεργαστή, πρόγραμμα επεξεργασίας, editor
  • epidemiolog στα ελληνικά - επιδημιολόγος, επιδημιολόγο, επιδημιολόγου, επιδημιολόγος από
  • faska στα ελληνικά - σαπιοκάραβο, Faska
Τυχαίες λέξεις
Nierychliwy στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καθυστερημένος, αργός, βραδυκίνητος, βραδύς, καθυστερημένη, μη έγκαιρη, καθυστερημένα