Nos στα ελληνικά

Μετάφραση: nos, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μύτη, μύτης, τη μύτη, της μύτης, ρύγχος
Nos στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ach στα ελληνικά - αχ, ah
  • adiustacja στα ελληνικά - διαρρύθμιση, προσαρμογή, ρύθμιση, προσαρμογής, ρύθμισης, αναπροσαρμογή
  • dawkomierz στα ελληνικά - δοσίμετρο, δοσομετρητής, τοποθέτηση δοσιμέτρων, δοσιμέτρου, δοσίμετρο που
  • iskrzenie στα ελληνικά - λάμψη, σπινθηροβόλος, σπιθίζω, λαμπερός, απαστράπτω, λάμπω, σπινθήρισμα, ...
Τυχαίες λέξεις
Nos στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μύτη, μύτης, τη μύτη, της μύτης, ρύγχος