Obłupić στα ελληνικά
Μετάφραση: obłupić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξεγυμνώνω, ληστεύω, Rob, ληστέψει, ληστεύουν, ο Rob
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- baseballista στα ελληνικά - μπέιζμπολ, του μπέιζμπολ, baseball, το μπέιζμπολ
- dentyna στα ελληνικά - οδοντίνης, οδοντίνη, της οδοντίνης, την οδοντίνη, η οδοντίνη
- dialogowy στα ελληνικά - Διάλογος, Dialog, διαλόγου, Παράθυρο, παράθυρο διαλόγου
- dominium στα ελληνικά - κυριαρχία, εξουσία, κυριαρχίας, επικράτεια, την κυριαρχία
Τυχαίες λέξεις
Obłupić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξεγυμνώνω, ληστεύω, Rob, ληστέψει, ληστεύουν, ο Rob
Μεταφράσεις: ξεγυμνώνω, ληστεύω, Rob, ληστέψει, ληστεύουν, ο Rob