Oburzać στα ελληνικά

Μετάφραση: oburzać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξέγερση, συγκλονίζω, δυσαρεστώ, αηδιάζω, αρρωσταίνω, αρρωσταίνει, αρρωσταίνουν, μπούχτισμα
Oburzać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • drobina στα ελληνικά - σωματίδιο, μόριο, κλάσμα, σωματιδίων, σωματιδίου, των σωματιδίων, τεμαχιδίων
  • endogamia στα ελληνικά - ενδογαμία, ενδογαμίας, ενδογαμίας που ακολουθούνταν στο, ενδογαμίας που λειτουργούσε, ενδογαμίας που ακολουθούνταν
  • hedonizm στα ελληνικά - ηδονισμός, ηδονισμό, ηδονισμού, τον ηδονισμό, ηδονής
  • hodometr στα ελληνικά - οδόμετρο, οδομετρητή, Χιλιομετρητής, οδομέτρων, το οδόμετρο
Τυχαίες λέξεις
Oburzać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξέγερση, συγκλονίζω, δυσαρεστώ, αηδιάζω, αρρωσταίνω, αρρωσταίνει, αρρωσταίνουν, μπούχτισμα