Odprężać στα ελληνικά
Μετάφραση: odprężać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξεκουράζομαι, λασκάρω, χαλαρώνω, μολάρω, κόβω, χαλαρούμαι, χαλαρώσει, ξεσφίξτε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bumelować στα ελληνικά - φρατζόλα, φυγοπονώ, αποφύγουμε, αναλάβουμε, αποφεύγουν, το αποφύγουμε
- cumy στα ελληνικά - αγκυροβόλια, αγκυροβολίων, θέσεις αγκυροβολήσεως, θέσεις αγκυροβολίας, θέσεων αγκυροβολήσεως
- dziejopis στα ελληνικά - ιστοριογράφος, ιστοριογράφου, ιστοριογράφο, ιστοριογραφίας, ιστοριογράφος αρκείται
- infirmeria στα ελληνικά - ιατρείο, θεραπευτήριο, νοσοκομείο, θεραπευτήρια, αναρρωτήριο
Τυχαίες λέξεις
Odprężać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξεκουράζομαι, λασκάρω, χαλαρώνω, μολάρω, κόβω, χαλαρούμαι, χαλαρώσει, ξεσφίξτε
Μεταφράσεις: ξεκουράζομαι, λασκάρω, χαλαρώνω, μολάρω, κόβω, χαλαρούμαι, χαλαρώσει, ξεσφίξτε