Odpuszczać στα ελληνικά

Μετάφραση: odpuszczać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συγχωρώ, σκληραίνω, απαλλάσσω, οργή, μετριάζω, διάθεση, συγχωρήσει, συγχωρεί, συγχωρήσω, συγχωρέσει
Odpuszczać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abrazyjny στα ελληνικά - τραχιά, Λειαντικά, Λειαντικές, Λειαντικοί, Abrasive
  • belowanie στα ελληνικά - δεματοποίηση, δεματοποίησης, χορτόδεσης, δεμάτιασμα, χορτόδεση
  • doszukiwać στα ελληνικά - διαβάζω, υποπτεύομαι, εντοπιστεί, ανιχνευθούν, εντοπίζονται, επισημανθεί, αποδοθεί
  • erotyka στα ελληνικά - erotica, ερωτισμό, τον ερωτισμό, ερωτική, ερωτισμού
Τυχαίες λέξεις
Odpuszczać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συγχωρώ, σκληραίνω, απαλλάσσω, οργή, μετριάζω, διάθεση, συγχωρήσει, συγχωρεί, συγχωρήσω, συγχωρέσει