Odwzajemnić στα ελληνικά
Μετάφραση: odwzajemnić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενισχύω, υποστηρίζω, επιστρέφω, επιστροφή, γυρίζω, πλάτη, ανταποδίδω, ανταποδώσει, ανταποδώσω, ανταποδίδουμε, ανταποδίδουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- chloral στα ελληνικά - χλωράλη, χλωράλης, της χλωράλης
- dziura στα ελληνικά - ορυχείο, λάκκος, διαρροή, κοιλότητα, τρύπα, διαρρέω, κουνελοφωλιά, ...
- hormon στα ελληνικά - ορμόνη, ορμόνης, ορμονών, ορμόνες, αυξητικής
- ilustrujący στα ελληνικά - επίδειξη, δείχνει, που δείχνει, δείχνουν, παρουσιάζει
Τυχαίες λέξεις
Odwzajemnić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενισχύω, υποστηρίζω, επιστρέφω, επιστροφή, γυρίζω, πλάτη, ανταποδίδω, ανταποδώσει, ανταποδώσω, ανταποδίδουμε, ανταποδίδουν
Μεταφράσεις: ενισχύω, υποστηρίζω, επιστρέφω, επιστροφή, γυρίζω, πλάτη, ανταποδίδω, ανταποδώσει, ανταποδώσω, ανταποδίδουμε, ανταποδίδουν