Λέξη: λουφάζω

Συνώνυμα: λουφάζω

θερμαίνομαι, λιάζομαι, απολαμβάνω

Μεταφράσεις: λουφάζω

λουφάζω στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
skulk, bask

λουφάζω στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
tomar el sol, disfrutar, bask, deleitarse, regodearse

λουφάζω στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
sich aalen, sich sonnen, sonnen, aalen, aalen sich

λουφάζω στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
receler, dissimuler, voiler, cacher, couvrir, dérober, chauffer, prélasser, se prélasser, dorer, vous prélasser

λουφάζω στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
nascondersi, crogiolarsi, bask, crogiolarvi, crogiolano, crogiolarmi

λουφάζω στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
aquecer, bask, relaxar, aproveitar, gozar

λουφάζω στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
zich koesteren, koesteren, zonnen, zonnebaden, bask

λουφάζω στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
хоронить, погребать, скрыться, красться, спрятаться, хорониться, скрываться, прятаться, греться, погреться, греются, наслаждаться, купаться

λουφάζω στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
sole seg, sole, sole deg, å sole seg, koser deg

λουφάζω στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
sola, hyllas, sola sig, värma sig, njuter

λουφάζω στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
vaania, paistatella, bask, BANO

λουφάζω στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
dase, sole sig, sole, metalkugler

λουφάζω στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
skrývat, slunit se, vyhřívat se, vyhřívat, slunit, hřát

λουφάζω στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ukrywać, przyczajać, kryć, wygrzać się, wygrzać, bask, wygrzewać, wygrzewać się

λουφάζω στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
lógó, ólálkodó, sütkérezik, élvezhetik, sütkéreznek, fürödjünk, sütkérezni

λουφάζω στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
güneşlenmek, bask, tadını çıkarmak, enfes müziğin tadını çıkarmanıza, ısınıyoruz

λουφάζω στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
нероба, крастися, ледар, ховатися, грітися, грітись, нагріватися, грітиметься

λουφάζω στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ngrohem, bask, të bask, prehem, ngrohur

λουφάζω στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
симулант, топля се, топля, наслаждават, се наслаждават, къпе

λουφάζω στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
грэцца, греться, пагрэцца, награвацца

λουφάζω στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
hiilima, redutama, peesitama, peesitada, peesitama on, päiksevannide, bask

λουφάζω στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
zabušant, uživati, sunčati, sunčati se, grijati, grijati se

λουφάζω στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
bask, að bask

λουφάζω στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
šildytis, Greta, mėgautis, mėgaukitės

λουφάζω στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
gozēties, sildīties, slīgt, bask

λουφάζω στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
уживаат, bask

λουφάζω στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
se încălzi, încălzi, bask, încălzească, se încălzească

λουφάζω στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
Uživati, Sunčati, orjak

λουφάζω στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
slniť, opaľovať
Τυχαίες λέξεις