Perta στα ελληνικά
Μετάφραση: perta, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χάσιμο, ήττα, απώλεια, χαμός, Perta
Μεταφράσεις
- celność στα ελληνικά - ακρίβεια, ακρίβειας, την ακρίβεια, ορθότητα, ακριβεια
- deportować στα ελληνικά - απελαύνω, εκτοπίζω, απελάσει, απελαύνουν, απελάσουν, απελάσεως, απελάσεως της
- dwuznaczny στα ελληνικά - διφορούμενος, ασαφής, διφορούμενη, διφορούμενο, διφορούμενες
- dyktat στα ελληνικά - υπαγορεύω, υπαγόρευση, υπαγορεύουν, υπαγορεύει, υπαγορεύσει, επιβάλλουν
Τυχαίες λέξεις
Perta στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χάσιμο, ήττα, απώλεια, χαμός, Perta
Μεταφράσεις: χάσιμο, ήττα, απώλεια, χαμός, Perta