Poświęcić στα ελληνικά
Μετάφραση: poświęcić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αφιερώσει, αφιερώσουν, αφιερώνουν, αφιερώνει, αφιερώσουμε
Μεταφράσεις
- autochtoni στα ελληνικά - ιθαγενείς, αυτόχθοντες, Αβοριγίνων, τους αυτόχθονες κατοίκους, Αβοριγίνων της
- gięcie στα ελληνικά - κάμψη, κάμψης, κάμψεως, την κάμψη, λύγισμα
- goryl στα ελληνικά - τραμπούκος, γορίλα, γορίλλας, γορίλλα, γορίλας, γορίλλων
- grandziarz στα ελληνικά - ταραχώδης, εκβιαστής, προστάτης, Racketeer, κακούργος
Τυχαίες λέξεις
Poświęcić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αφιερώσει, αφιερώσουν, αφιερώνουν, αφιερώνει, αφιερώσουμε
Μεταφράσεις: αφιερώσει, αφιερώσουν, αφιερώνουν, αφιερώνει, αφιερώσουμε