Pokaleczyć στα ελληνικά

Μετάφραση: pokaleczyć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κόβω, κοπή, κόψιμο, τομή, περικοπή, κομμένα, κοπής
Pokaleczyć στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • analizowanie στα ελληνικά - ανάλυση, ανάλυσης, την ανάλυση, αναλύοντας, αναλύει
  • anna στα ελληνικά - Άννα, η Άννα, την Άννα, της Άννας
  • błyskać στα ελληνικά - λαμπυρίζω, αναλαμπή, σπιθίζω, αγριοκοιτάζω, τρεμοπαίζω, τρέμω, αναβοσβήνω, ...
  • finalizować στα ελληνικά - περατώνω, ολοκληρώνω, ολόκληρος, οριστικοποιούν, οριστικοποιήσει, οριστικοποίηση, οριστικοποιήσουν, ...
Τυχαίες λέξεις
Pokaleczyć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κόβω, κοπή, κόψιμο, τομή, περικοπή, κομμένα, κοπής