Poprzednio στα ελληνικά

Μετάφραση: poprzednio, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ήδη, προηγούμενα, άλλοτε, προηγουμένως, παρελθόν, στο παρελθόν
Poprzednio στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dekrementacja στα ελληνικά - μείωση, Μείωσης, βηματικής μείωσης, ελάττωσης, ελαττώσεως
  • dolmen στα ελληνικά - ντολμέν, τα dolmen
  • gadatliwość στα ελληνικά - πολυλογία, ομιλητικότητα, ομιλητικότης, την ομιλητικότητα
  • grafitowanie στα ελληνικά - γραφίτης, γραφίτη, Graphite, από γραφίτη, του Γραφίτη
Τυχαίες λέξεις
Poprzednio στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ήδη, προηγούμενα, άλλοτε, προηγουμένως, παρελθόν, στο παρελθόν