Popychać στα ελληνικά
Μετάφραση: popychać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χωμένος, σπρώξιμο, σπρώχνω, μπήγω, ώθηση, σκουντώ, ώθησης, πάτημα, πίεσης, προώθησης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- arszenik στα ελληνικά - αρσενικό, αρσενικού, το αρσενικό, του αρσενικού, συγκεντρώσεων αρσενικού
- buszować στα ελληνικά - χτενίζω, τρίβω, λεηλατώ, κάνω φασαρία, αγριοκόριτσο, romp, φορμάκι, ...
- epidemiczny στα ελληνικά - πανδημία, επιδημία, επιδημίας, επιδημία του, επιδημίας του, επιδημία της
- farba στα ελληνικά - βάφω, λουστράρισμα, χρώμα, μπογιά, ζωγραφίζω, ζωγραφίσει, ζωγραφίζει
Τυχαίες λέξεις
Popychać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χωμένος, σπρώξιμο, σπρώχνω, μπήγω, ώθηση, σκουντώ, ώθησης, πάτημα, πίεσης, προώθησης
Μεταφράσεις: χωμένος, σπρώξιμο, σπρώχνω, μπήγω, ώθηση, σκουντώ, ώθησης, πάτημα, πίεσης, προώθησης