Przedłużenie στα ελληνικά

Μετάφραση: przedłużenie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επέκταση, ανανέωση, έκταση, συνέχεια, προέκταση, παράταση, επέκτασης, παράτασης
Przedłużenie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aresztowanie στα ελληνικά - συλλαμβάνω, σπασμός, σύλληψη, ταραχή, φόβος, συλλάβει, συλλάβουν, ...
  • bezbarwny στα ελληνικά - άχρωμος, άχρωμο, άχρουν, άχρωμου, άχρωμη
  • bezpodstawnie στα ελληνικά - αβάσιμα
  • epistolarny στα ελληνικά - επιστολικός, επιστολικού, epistolary, επιστολική, επιστολιμαίας
Τυχαίες λέξεις
Przedłużenie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επέκταση, ανανέωση, έκταση, συνέχεια, προέκταση, παράταση, επέκτασης, παράτασης