Przodowanie στα ελληνικά

Μετάφραση: przodowanie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπεροχή, πρώτη γραμμή, πρωτοπορία, προσκήνιο, γραμμή, επίκεντρο
Przodowanie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • biblioman στα ελληνικά - bibliomaniac
  • dosięgać στα ελληνικά - επιτυγχάνω, νικώ, φτάνω, κατορθώνω, κερδίζω, φθάσουν, φθάσει, ...
  • gotycki στα ελληνικά - γοτθικό, γοτθικός, Γοτθική, γοτθικής, γοτθικού
  • inicjalizacja στα ελληνικά - εκκίνηση, προετοιμασίας, αρχικοποίηση, προετοιμασία, αρχικοποίησης
Τυχαίες λέξεις
Przodowanie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπεροχή, πρώτη γραμμή, πρωτοπορία, προσκήνιο, γραμμή, επίκεντρο