Przyszły στα ελληνικά

Μετάφραση: przyszły, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μελλοντικός, αγέννητος, μετά, επόμενος, μέλλον, μελλοντική, μελλοντικές, μελλοντικών
Przyszły στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bzdurny στα ελληνικά - ανόητος, ευαίσθητος, mushy, πολτώδης, χυλώδη, χυλώδους
  • dokuczać στα ελληνικά - τσιμπώ, κλέβω, αποπαίρνω, γκρινιάζω, τριβελίζω, ξεμπλέκω, κεντρί, ...
  • idealizacja στα ελληνικά - εξιδανίκευση, εξιδανίκευσης, η εξιδανίκευση, την εξιδανίκευση, εξιδανίκευσή
  • indor στα ελληνικά - Ελαιοχρωματισμοί
Τυχαίες λέξεις
Przyszły στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μελλοντικός, αγέννητος, μετά, επόμενος, μέλλον, μελλοντική, μελλοντικές, μελλοντικών