Przyzwać στα ελληνικά

Μετάφραση: przyzwać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κλήση, τηλεφωνώ, νεύω, beckon, δελεάζουν, γνέφω, κάνω νόημα
Przyzwać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abolicjonista στα ελληνικά - κατάργηση της θανατικής ποινής, καταργήσει τη θανατική ποινή, ρεφορμιστής, Έχει καταργηθεί, καταργήσει
  • bon στα ελληνικά - συγκολλώ, δεσμός, εισιτήριο, συνδέω, δεσμό, ομολόγων, δεσμού, ...
  • błyskotki στα ελληνικά - μπιχλιμπίδια, στολίδια μικράς αξίας, φανταχτερός αλλά φτηνός
  • derogacja στα ελληνικά - παρέκκλιση, παρέκκλισης, εξαίρεση, παρέκκλιση που, παρεκκλίσεως
Τυχαίες λέξεις
Przyzwać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κλήση, τηλεφωνώ, νεύω, beckon, δελεάζουν, γνέφω, κάνω νόημα