Róg στα ελληνικά

Μετάφραση: róg, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σάλπιγγα, στριμώχνω, κόρνα, γωνία, κέρατο, κέρας, κόρνας, κέρατος
Róg στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bezokolicznik στα ελληνικά - απαρέμφατο
  • dobitność στα ελληνικά - έμφαση, καθαρότητα, σαφήνεια, καθαρότητας, διαύγεια, την καθαρότητα
  • endogeniczny στα ελληνικά - ενδογενούς, ενδογενή, ενδογενείς, ενδογενής, ενδογενών
Τυχαίες λέξεις
Róg στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σάλπιγγα, στριμώχνω, κόρνα, γωνία, κέρατο, κέρας, κόρνας, κέρατος