Ręcznik στα ελληνικά
Μετάφραση: ręcznik, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πετσέτα, πετσετών, πετσέτες, πετσέτας, για πετσέτες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anyżówka στα ελληνικά - γλυκάνισο, άνισο, γλυκάνισου, με άνισο, ανίσου
- desperacki στα ελληνικά - απεγνωσμένος, απελπισμένος, απελπιστική, απελπισμένη, απελπισμένοι, απεγνωσμένη
- dytyramb στα ελληνικά - διθύραμβος, διθύραμβο, διθυράμβους, διθυράμβου, διθυραμβοποιός
Τυχαίες λέξεις
Ręcznik στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πετσέτα, πετσετών, πετσέτες, πετσέτας, για πετσέτες
Μεταφράσεις: πετσέτα, πετσετών, πετσέτες, πετσέτας, για πετσέτες