Restrykcja στα ελληνικά

Μετάφραση: restrykcja, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιστολή, περιορισμός, φραγμός, περιορισμό, περιορισμού, περιορισμούς, τον περιορισμό
Restrykcja στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bruździć στα ελληνικά - ρίζα, αυλακώνω, εντομή, αυλάκι, αυλάκια, αύλακα, αυλακιού, ...
  • błagalnie στα ελληνικά - ικετευτικά, παρακλητά
  • czucie στα ελληνικά - υφή, νιώθω, αίσθημα, αισθάνομαι, συναίσθημα, αίσθηση, το συναίσθημα, ...
  • dobro στα ελληνικά - πρόνοια, καλός, καλή, καλό, καλής, καλές
Τυχαίες λέξεις
Restrykcja στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιστολή, περιορισμός, φραγμός, περιορισμό, περιορισμού, περιορισμούς, τον περιορισμό