Sens στα ελληνικά
Μετάφραση: sens, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ουσία, σύνεση, δείχνω, σοφία, αισθάνομαι, σημασία, έννοια, σωφροσύνη, στίγμα, αιχμή, αίσθημα, νόημα, επισημαίνω, αίσθηση, την έννοια
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aptekarz στα ελληνικά - φαρμακοποιός, χημικός, αποθηκάριος, αποθηκάριο, φαρμακοποιού, apothecary
- dziewczę στα ελληνικά - κορίτσι, κοπέλα, κοριτσιού, το κορίτσι, κορίτσι που
- gryka στα ελληνικά - φαγόπυρο, το φαγόπυρο, φαγόπυρου, μαύρου σιταριού, του φαγόπυρου
- iluzja στα ελληνικά - παραίσθηση, ψευδαίσθηση, αυταπάτη, ψευδαίσθησης, πλάνη
Τυχαίες λέξεις
Sens στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ουσία, σύνεση, δείχνω, σοφία, αισθάνομαι, σημασία, έννοια, σωφροσύνη, στίγμα, αιχμή, αίσθημα, νόημα, επισημαίνω, αίσθηση, την έννοια
Μεταφράσεις: ουσία, σύνεση, δείχνω, σοφία, αισθάνομαι, σημασία, έννοια, σωφροσύνη, στίγμα, αιχμή, αίσθημα, νόημα, επισημαίνω, αίσθηση, την έννοια