Sezonowy στα ελληνικά
Μετάφραση: sezonowy, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σποραδικός, εποχικός, εποχιακός, εποχής, εποχιακή, εποχική, εποχιακά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- biegunowo στα ελληνικά - διαμετρικά, διαμέτρου, διαμετρικώς, εκ διαμέτρου
- brutalizować στα ελληνικά - κακοί τρόποι, καυγάδων
- cellon στα ελληνικά - ντοπάρω, Cellon, η Cellon
- chlor στα ελληνικά - χλώριο, χλωρίου, το χλώριο, του χλωρίου, σε χλώριο
Τυχαίες λέξεις
Sezonowy στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σποραδικός, εποχικός, εποχιακός, εποχής, εποχιακή, εποχική, εποχιακά
Μεταφράσεις: σποραδικός, εποχικός, εποχιακός, εποχής, εποχιακή, εποχική, εποχιακά