Εποχικός στα πολωνικά
Μετάφραση: εποχικός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
sezonowy, sezonowość, sezonowości, sezonowością, dotyczące sezonowości
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εποχικός
εποχικός πυροσβέστης, εποχικός διμορφισμός, εποχικός εποχιακός, εποχικός ή εποχιακός, εποχικός μπαμπινιώτης, εποχικός λεξικό γλώσσας πολωνικά, εποχικός στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- εποφθαλμιώ στα πολωνικά - pożądać, łakomić, pożądaj, pożądał, pożądają, pożądam
- εποχή στα πολωνικά - starzeć, epoka, starość, okres, era, wiek, sezon, ...
- επτά στα πολωνικά - siedem, siedmiu, siedemset
- επωάζω στα πολωνικά - wyląg, śluza, zakreskować, wylegać, legnąć, lęgnąć, wylęg, ...
Τυχαίες λέξεις
Εποχικός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: sezonowy, sezonowość, sezonowości, sezonowością, dotyczące sezonowości
Μεταφράσεις: sezonowy, sezonowość, sezonowości, sezonowością, dotyczące sezonowości