Skręcać στα ελληνικά

Μετάφραση: skręcać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φάλτσο, λοξοδρομώ, καμπυλώνεται, γέρνω, σκύβω, αλλάζω, γυρίζω, σφαδάζω, στροφή, στραμπουλίζω, πλοκή, στρίβω, καμπή, σειρά, σπαρταρώ, συστροφή, στρίψιμο, συστροφής, twist, στρεβλότητα
Skręcać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • antynomia στα ελληνικά - αντινομία, η αντινομία, αντινομίας, αντινομία τούτη
  • bezdrożny στα ελληνικά - αδιάβατος, αδιάβατη, την αδιάβατη
  • bezdźwięczny στα ελληνικά - αθόρυβος, άηχος, soundless, αθόρυβη, χωρίς ήχο
  • hieratyczny στα ελληνικά - ιερατικός, ιερατική, ιερατικά, ιερατικό, την ιερατική
Τυχαίες λέξεις
Skręcać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φάλτσο, λοξοδρομώ, καμπυλώνεται, γέρνω, σκύβω, αλλάζω, γυρίζω, σφαδάζω, στροφή, στραμπουλίζω, πλοκή, στρίβω, καμπή, σειρά, σπαρταρώ, συστροφή, στρίψιμο, συστροφής, twist, στρεβλότητα