Spieniężanie στα ελληνικά

Μετάφραση: spieniężanie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μετρητά, χρήματα, εξαργυρώνω, νομισματοποίηση, δημιουργίας εσόδων, τη δημιουργία εσόδων, χρηματικής αποτίμησης, χρηματική αποτίμηση
Spieniężanie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • algorytmicznie στα ελληνικά - αλγοριθμικά, σε αλγορίθμους, αλγορίθμους
  • chanat στα ελληνικά - χανάτο, Χανάτου, Khanate, Χανάτου της, Χανάτο των
  • chuć στα ελληνικά - πόθος, λαγνεία, σφοδρή επιθυμία, τη σφοδρή επιθυμία, λαγνείας, πόθου
  • dezyntegrator στα ελληνικά - αποσυνθέτων, αποσυνθετή, αποσαθρωτής, αποσαθρωτή, αποσαθρωτού
Τυχαίες λέξεις
Spieniężanie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μετρητά, χρήματα, εξαργυρώνω, νομισματοποίηση, δημιουργίας εσόδων, τη δημιουργία εσόδων, χρηματικής αποτίμησης, χρηματική αποτίμηση