Stożkowy στα ελληνικά
Μετάφραση: stożkowy, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κωνικός, κωνικό, κωνική, κωνικού, κωνικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- administracja στα ελληνικά - διοικητικός, χορήγηση, κυβέρνηση, διοίκηση, διαχείριση, χορήγησης, διοίκησης
- bazować στα ελληνικά - κορμοστασιά, χτίζω, ανάστημα, μπόι, ευτελής, βάθρο, να βασίζεται, ...
- dryg στα ελληνικά - κολάι, ικανότητα, μαστοριά, κόλπο, ταλέντο, knack
- emigracja στα ελληνικά - μετανάστευση, εξορία, εξορίζω, αποδημία, μετανάστευσης, αποδημίας, η μετανάστευση
Τυχαίες λέξεις
Stożkowy στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κωνικός, κωνικό, κωνική, κωνικού, κωνικά
Μεταφράσεις: κωνικός, κωνικό, κωνική, κωνικού, κωνικά