Syczeć στα ελληνικά
Μετάφραση: syczeć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σφυρίζω, άφρισμα, αφρίσματος, αφρισμό, αφρίζων ποτό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- amfiboliczny στα ελληνικά - διφορούμενος
- bunkrować στα ελληνικά - άνθρακας, κάρβουνα, ανθρακαποθήκη, καυσίμων, αποθήκη, καταφύγιο, στη δεξαμενή
- cudzoziemski στα ελληνικά - αλλοδαπός, εξωγήινος, εξωτερικός, ξένος, ξένων, ξένες, ξένο
- fotoskład στα ελληνικά - φωτοσύνθεση, φωτοστοιχειοθεσια, φωτοστοιχειοθεσία, φωτοσύνθεσης, photocomposition
Τυχαίες λέξεις
Syczeć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σφυρίζω, άφρισμα, αφρίσματος, αφρισμό, αφρίζων ποτό
Μεταφράσεις: σφυρίζω, άφρισμα, αφρίσματος, αφρισμό, αφρίζων ποτό