Tłumok στα ελληνικά
Μετάφραση: tłumok, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τσουβαλιάζω, σωριάζω, δεσμίδα, μάτσο, δέσμη, συσσωρεύσει, ομαδοποιούν, συνενώνουν, δέσμες
Μεταφράσεις
- chórowy στα ελληνικά - χορωδιακός, της χορωδίας, χορωδίας
- dogmatycznie στα ελληνικά - δογματικά, δογματικώς, δογματικό, δογματικής
- dopinać στα ελληνικά - κουμπί, κουμπώνουν
Τυχαίες λέξεις
Tłumok στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τσουβαλιάζω, σωριάζω, δεσμίδα, μάτσο, δέσμη, συσσωρεύσει, ομαδοποιούν, συνενώνουν, δέσμες
Μεταφράσεις: τσουβαλιάζω, σωριάζω, δεσμίδα, μάτσο, δέσμη, συσσωρεύσει, ομαδοποιούν, συνενώνουν, δέσμες