Trzebienie στα ελληνικά
Μετάφραση: trzebienie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκκαθάριση, ξέφωτο, ευνουχισμός, συμψηφισμός, εκκαθάρισης, συμψηφισμού
Μεταφράσεις
- autostop στα ελληνικά - ρισκάρω, διακυβεύω, ριψοκινδυνεύω, ωτοστόπ
- centygram στα ελληνικά - εκατοστόγραμμο
- demonicznie στα ελληνικά - demonically
- dyssypacja στα ελληνικά - διάλυση, διάχυση, απαγωγή, διάχυσης, απαγωγή της
Τυχαίες λέξεις
Trzebienie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκκαθάριση, ξέφωτο, ευνουχισμός, συμψηφισμός, εκκαθάρισης, συμψηφισμού
Μεταφράσεις: εκκαθάριση, ξέφωτο, ευνουχισμός, συμψηφισμός, εκκαθάρισης, συμψηφισμού