Ujednolicać στα ελληνικά

Μετάφραση: ujednolicać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κάνω, εξαναγκάζω, εναρμονίζω, ενοποιώ, φτιάχνω, κατασκευάζω, ενοποίηση, ενοποιήσει, ενοποιήσουμε, ενοποιήσουν, την ενοποίηση
Ujednolicać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • arbuz στα ελληνικά - καρπούζι, καρπουζιού, το καρπούζι, καρπουζιών, καρπούζια
  • baryła στα ελληνικά - βαρέλι, βαρέλια, βυτίο, βαρελιού, βυτίου
  • gamma-promieniotwórczy στα ελληνικά - γαμμα-, γάμμα, γάμα
  • gonić στα ελληνικά - ράτσα, κυνηγώ, κυνηγητό, καταδίωξη, Chase, κυνηγήσει, κυνήγι
Τυχαίες λέξεις
Ujednolicać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κάνω, εξαναγκάζω, εναρμονίζω, ενοποιώ, φτιάχνω, κατασκευάζω, ενοποίηση, ενοποιήσει, ενοποιήσουμε, ενοποιήσουν, την ενοποίηση