Ukończyć στα ελληνικά

Μετάφραση: ukończyć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ολόκληρος, περατώνω, ολοκληρώνω, φινίρισμα, γκολ το, τελείωμα, τερματισμού, τέλος
Ukończyć στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • beletrystyczny στα ελληνικά - μυθιστόρημα, φαντασίας, φαντασία, μυθοπλασίας, μυθοπλασία
  • dwupłatowiec στα ελληνικά - διπλανό, διπλάνο, biplane, διεπίπεδη, διπλάνου
  • entuzjazm στα ελληνικά - ενθουσιασμός, ζήλος, ενθουσιασμό, τον ενθουσιασμό, ενθουσιασμού, ο ενθουσιασμός
  • gilosza στα ελληνικά - γραμμοκόσμημα, Guilloche, συμπλέκτων γραμμών, σύμπλεκτες γραμμές, συμπλέκτων κυματοειδών γραμμών
Τυχαίες λέξεις
Ukończyć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ολόκληρος, περατώνω, ολοκληρώνω, φινίρισμα, γκολ το, τελείωμα, τερματισμού, τέλος