Λέξη: κώνος

Σχετικές λέξεις: κώνος

κώνος σχισίματος ξύλων με σπείρωμα, κώνος εμπειρίας dale, κώνος σφαγής πουλερικών, κώνος φελιζόλ, κώνος σχισίματος ξύλων, κώνος marsh, κώνος σήμανσης, κώνος για σχίσιμο ξύλων, κώνος φωτός, κώνος από χαρτόνι

Συνώνυμα: κώνος

κουκουνάρι, χωνάκι παγωτού

Μεταφράσεις: κώνος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
cone, cone is, cone of, taper
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
cono, cono de, de cono, del cono, el cono
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
kegel, innenring, keule, konus, Kegel, Konus
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
cornet, cône, conique, cône de, cônes, cone
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
cono, cono di, cone, del cono, a cono
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cone, cone de, de cone, do cone, cone do
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kegel, conus, cone, kegel van, De kegel
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
шишка, конус, конуса, конусом, конусная
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kjegle, cone, membran, kjeglen, konus
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
kotte, kon, könen, konen
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kartio, tötterö, keila, kartion, cone, kartioon, kartiota
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
kegle, keglen, konus, membran, cone
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
kónus, kornout, šiška, kužel, kornoutek, kužele, kuželem, cone, kuželka
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
szyszka, pachołek, konus, stożek, rożek, stożka, cone, stożkowy
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
toboz, kúp, kúpos, kónusz, cone, kónuszos
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
koni, konik, konisi, konili, cone
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
гуля, ґуля, шишка, конус
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
kon, koni, kon e, boçë, kon me
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
конус, Cone, конуса, конусна
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
конус
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
koonus, kolvike, käbi, koonuse, cone, koonust, koonusega
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kupa, stožac, konus, konusni, konusa, cone
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
keila
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kūgis, kūgio, kūginis, kūgio formos, cone
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
konuss, konusa, konusveida, cone, konusu
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
конусот, конус, конусен, конусни, конусна
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
con, de con, con de, conului, conic
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
šiška, stožec, stožca, cone, membrana, konus
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
šiška, kužeľ, kužel, kužeľa
Τυχαίες λέξεις