Unikać στα ελληνικά

Μετάφραση: unikać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δραπετεύω, αποφεύγω, ξεφεύγω, διαλανθάνω, διαφεύγω, αποφύγετε, αποφευχθούν, αποφύγει, αποφυγή, αποφύγουν
Unikać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • akant στα ελληνικά - ακανθίτης, άκανθας, ακάνθου, άκανθο
  • bakteryjny στα ελληνικά - βακτηριακός, βακτηριακή, βακτηριακών, βακτηριακής, βακτηριακά
  • ewangelizować στα ελληνικά - ευαγγελισμό, ευαγγελίσεις, ευαγγελίσουμε, ευαγγελίσουν, evangelize
  • grys στα ελληνικά - άμμος, χαλίκι, αμμόλιθος, χονδράλευρο, κόκκοι, κόκκων, κόκκους, ...
Τυχαίες λέξεις
Unikać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δραπετεύω, αποφεύγω, ξεφεύγω, διαλανθάνω, διαφεύγω, αποφύγετε, αποφευχθούν, αποφύγει, αποφυγή, αποφύγουν