Utrzymywać στα ελληνικά
Μετάφραση: utrzymywać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φιλοξενώ, βοήθεια, υποστηρίζω, εξακολουθώ, επικυρώνω, συνεχίζομαι, κερδίζω, αποκτώ, συνεχίζω, καθυστερώ, διατείνομαι, συμπαράσταση, προμηθεύομαι, κατηγορώ, κρατώ, κατακρατώ, διατηρούν, διατηρήσουν, να διατηρήσει, διατηρήσει, διατηρηθεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ambasada στα ελληνικά - πρεσβεία, πρεσβείας, η πρεσβεία, την πρεσβεία, πρεσβειών
- bawialnia στα ελληνικά - σαλόνι, αίθουσα, σάλα, Parlor, ινστιτούτο
- bestseller στα ελληνικά - best-seller, μπεστ σέλερ
- cięgło στα ελληνικά - ρυμούλκηση, ρυμούλκησης, Στουπιά, Κοτσαδόρος, στουπί
Τυχαίες λέξεις
Utrzymywać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φιλοξενώ, βοήθεια, υποστηρίζω, εξακολουθώ, επικυρώνω, συνεχίζομαι, κερδίζω, αποκτώ, συνεχίζω, καθυστερώ, διατείνομαι, συμπαράσταση, προμηθεύομαι, κατηγορώ, κρατώ, κατακρατώ, διατηρούν, διατηρήσουν, να διατηρήσει, διατηρήσει, διατηρηθεί
Μεταφράσεις: φιλοξενώ, βοήθεια, υποστηρίζω, εξακολουθώ, επικυρώνω, συνεχίζομαι, κερδίζω, αποκτώ, συνεχίζω, καθυστερώ, διατείνομαι, συμπαράσταση, προμηθεύομαι, κατηγορώ, κρατώ, κατακρατώ, διατηρούν, διατηρήσουν, να διατηρήσει, διατηρήσει, διατηρηθεί