Διατείνομαι στα πολωνικά
Μετάφραση: διατείνομαι, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zachowywać, konserwować, przytrzymywać, podtrzymywać, utrzymać, twierdzić, utrzymywać, udać, udawać, udają
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διατείνομαι
διατείνομαι αντωνυμο, διατείνεται σημασία, διατείνεται λεξικο, διατείνομαι συνώνυμα, διατείνομαι ορισμός, διατείνομαι λεξικό γλώσσας πολωνικά, διατείνομαι στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- διαταράσσω στα πολωνικά - wspinać, drapać, gramolenie, gonitwa, wspinaczka, walka, gramolić, ...
- διαταραχή στα πολωνικά - bezład, nieporządek, roztrzepać, nieład, bałagan, zaburzenie, rozwichrzyć, ...
- διατηρώ στα πολωνικά - pamiętać, wstrzymać, rezerwat, utrzymywać, konserwować, konfitury, przetrzymać, ...
- διατομή στα πολωνικά - wspólnota, przecięcie, skrzyżowanie, przekrój, przecięcia, skrzyżowaniu, skrzyżowania
Τυχαίες λέξεις
Διατείνομαι στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: zachowywać, konserwować, przytrzymywać, podtrzymywać, utrzymać, twierdzić, utrzymywać, udać, udawać, udają
Μεταφράσεις: zachowywać, konserwować, przytrzymywać, podtrzymywać, utrzymać, twierdzić, utrzymywać, udać, udawać, udają