Władza στα ελληνικά
Μετάφραση: władza, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διοίκηση, κανόνας, βασιλεύω, πείθω, αποφασίζω, εξουσιάζω, έλεγχος, δύναμη, κυριαρχία, κύρος, κυβέρνηση, ιθύνω, ταλαντεύομαι, αυθεντία, διοικητικός, βασιλεία, ισχύς, εξουσία, ισχύος, ισχύ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- decha στα ελληνικά - σανίδα, επιβιβάζομαι, επικάλυψη, συμπλήρωση, συμπληρωματικής κάλυψης, topping, κάλυμμα
- folia στα ελληνικά - ματαιώνω, φύλλο, αποτρέπω, φύλλου, αλουμινόχαρτο, έλασμα, λεπτό φύλλο
- gminny στα ελληνικά - κοινός, δημοτικός, συνηθισμένος, κοινότητα, Κοινότητας, κοινοτικό, της Κοινότητας, ...
- hektar στα ελληνικά - εκτάριο, εκταρίων, εκτάρια, εκτάριο που
Τυχαίες λέξεις
Władza στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διοίκηση, κανόνας, βασιλεύω, πείθω, αποφασίζω, εξουσιάζω, έλεγχος, δύναμη, κυριαρχία, κύρος, κυβέρνηση, ιθύνω, ταλαντεύομαι, αυθεντία, διοικητικός, βασιλεία, ισχύς, εξουσία, ισχύος, ισχύ
Μεταφράσεις: διοίκηση, κανόνας, βασιλεύω, πείθω, αποφασίζω, εξουσιάζω, έλεγχος, δύναμη, κυριαρχία, κύρος, κυβέρνηση, ιθύνω, ταλαντεύομαι, αυθεντία, διοικητικός, βασιλεία, ισχύς, εξουσία, ισχύος, ισχύ