Λέξη: ατυχής

Σχετικές λέξεις: ατυχής

ατυχής στιγμή, ατυχής πόλεμος 1897, ατυχής πόλεμος, ατυχήσ κλιση, ατυχής μετάφραση, ατυχής τριάδα

Συνώνυμα: ατυχής

άμοιρος, δυστυχής, κακότυχος, άτυχος, ανεπιτυχής

Μεταφράσεις: ατυχής

ατυχής στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
regrettable, unfortunate, hapless, unhappy, infelicitous

ατυχής στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
deplorable, desgraciado, desdichado, infeliz, desventurado, desafortunado

ατυχής στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
bedauerlich, unglücklich, unglückliche, unglücklichen

ατυχής στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
regrettable, déplorable, malheureux, malheureuse, dommage, infortuné

ατυχής στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
spiacevole, sfortunato, sfortunata, infelice, un peccato

ατυχής στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
infeliz, lamentável, desafortunado, infelizes, infelicidade

ατυχής στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
spijtig, betreurenswaardig, ongelukkige, jammer, ongelukkig, onfortuinlijke

ατυχής στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
досадный, прискорбный, несчастный, жаль, сожаление, неудачно

ατυχής στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
beklagelig, uheldig, uheldige, kjedelig

ατυχής στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
olyckligt, olyckliga, olycklig, beklagligt, synd

ατυχής στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
valitettava, onneton, ikävä, harmillinen, valitettavaa, valitettavasti

ατυχής στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
uheldigt, uheldige, uheldig, ulykkelige

ατυχής στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
politováníhodný, nešťastný, nešťastné, nešťastná, politováníhodné

ατυχής στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
żałosny, opłakany, nieszczęśliwy, niefortunny, pechowy, niefortunne

ατυχής στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
sajnálatos, szerencsétlen, szerencsés, a szerencsétlen

ατυχής στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
şanssız, talihsiz, talihsiz bir, Talihsizlik, Talihsizlik yaşayan

ατυχής στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
нещасний, нещасна, нещасливий

ατυχής στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
fatkeq, i pafat, ardhur keq, të ardhur keq, për të ardhur keq

ατυχής στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
нещастен, злополучен, жалко, нелепо

ατυχής στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
няшчасны, няшчаснае

ατυχής στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kahetsusväärne, õnnetu, kahju

ατυχής στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
nesretan, nesretnik, nesretni, nesretna, jadan

ατυχής στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
óheppilegt, óheppileg, óæskilegar, miður, illa

ατυχής στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
netinkamas, nevykęs, gaila, apgailėtina

ατυχής στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
neveiksmīgs, žēl, neveiksmīgi, diemžēl

ατυχής στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
несреќна, жално, несреќен, несреќно, За жал

ατυχής στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
regretabil, nefericit, nefericită, nefericita, nefericite

ατυχής στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
žalostno, nesrečno, nesrečni, obžalovanja

ατυχής στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
nešťastný, nešťastné, nešťastná
Τυχαίες λέξεις