Λέξη: μπετόν
Σχετικές λέξεις: μπετόν
μπετόν καθαριοτητας, μπετόν σταμπωτό, μπετόν αναλογία, μπετόν αγγέλου, μπετόν ποιότητας c12-15, μπετόν c20/25, μπετόν 7 θέατρο, μπετόν αρμέ, μπετόν 7, μπετόν τιμή
Μεταφράσεις: μπετόν
μπετόν στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
concrete, cement, of concrete, the concrete
μπετόν στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
hormigón, concreto, de hormigón, cemento, Concrete
μπετόν στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
beton, konkret, betonieren, Beton, konkrete, Concrete
μπετόν στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
bétonner, précis, béton, concret, concrète, en béton, Concrete
μπετόν στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
concreto, calcestruzzo, Concrete, in cemento, in calcestruzzo
μπετόν στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
formigão, betão, concreto, concreta, Concrete, de concreto
μπετόν στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
concreet, beton, betonnen, Concrete, Betonwaren
μπετόν στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
реальный, конкретный, бетон, бетонный, бетона, Бетонные, конкретные
μπετόν στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
betong, konkret, konkrete, Concrete
μπετόν στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
konkret, betong, Betong, Concrete, Cement
μπετόν στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
betoni, esineellinen, konkreettinen, Betonin, Betonin valu, Concrete, Betonin valu ja
μπετόν στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
beton, Beton, Concrete, Konkrete, Brugt cement, Betonbygning
μπετόν στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
konkrétní, beton, betonovat, Betonové, Concrete, Betonová
μπετόν στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
betonowy, specyficzny, beton, konkretny, konkret, betonu, Concrete
μπετόν στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
beton, konkrét, Concrete, Betonszerkezetű, a konkrét
μπετόν στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
beton, somut, için beton, Concrete, somut bir
μπετόν στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
конкретний, бетонувати, бетонний, бетон, цегла, бетону, двері
μπετόν στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
konkret, beton, Betoni, konkrete, Concrete
μπετόν στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
бетонния, бетон, конкретен, Concrete, Бетонови, бетон конструкция
μπετόν στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
бетон
μπετόν στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
betoon, konkreetne, tajutav, Betooniseadmete, Betoontooted, Betooni
μπετόν στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
beton, konkretne, konkretno, betonski, materijali, Betonska, betona, konkretan, Betonski
μπετόν στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Concrete, Steinsteypa, steypu, steinsteypu, steypuvinna
μπετόν στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
betonas, betono, Betonavimo, konkretus, betonavimo darbams skirta
μπετόν στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
betons, betona, betona maisītāja, konkrēts, Concrete
μπετόν στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
бетонски, бетон, Конкретни, Конкретна, на бетон
μπετόν στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
beton, concret, de beton, pentru beton, din beton
μπετόν στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
konkrétní, beton, betonska, Concrete, betona, betonski
μπετόν στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
betón, Beton, materiály Betón, betónu