Wiotki στα ελληνικά

Μετάφραση: wiotki, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλαδαρός, μπόσικος, ισχνός, λεπτός, χαλαρός, ελαφρύς, μικρός, θίγω, λάσκος, προσβάλλω, αργοκίνητος, κουτσαίνω, χωλαίνω, limp, λειτουργίας σε έκτακτες περιπτώσεις
Wiotki στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aseksualny στα ελληνικά - άφυλος, ασεξουαλικών, ασεξουαλική, μονογονική, μονογονικός
  • budżet στα ελληνικά - προϋπολογισμός, προϋπολογισμού, προϋπολογισμό, του προϋπολογισμού, τον προϋπολογισμό
  • gangsterstwo στα ελληνικά - εκβιασμός, αθέμιτη προστασία, εκβιασμούς, εκβίαση, εκβιασμού
  • gniadosz στα ελληνικά - κόλπος, κόλπο, κόλπου, όρμο, όρμου
Τυχαίες λέξεις
Wiotki στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλαδαρός, μπόσικος, ισχνός, λεπτός, χαλαρός, ελαφρύς, μικρός, θίγω, λάσκος, προσβάλλω, αργοκίνητος, κουτσαίνω, χωλαίνω, limp, λειτουργίας σε έκτακτες περιπτώσεις