Wrócić στα ελληνικά

Μετάφραση: wrócić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιστρέφω, επιστροφή, γυρίζω, απόδοση, επιστροφής, την επιστροφή, απόδοσης
Wrócić στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • barwnik στα ελληνικά - βάφω, χρωστικός, βαφή, χρώμα, βαφής, χρωστική, χρωστικής
  • biernie στα ελληνικά - παθητικά, παθητική, παθητικώς, παθητικές, παθητικό
  • dostarczyciel στα ελληνικά - πηγή, τροφοδότης, furnisher
  • dymnica στα ελληνικά - fumitory
Τυχαίες λέξεις
Wrócić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιστρέφω, επιστροφή, γυρίζω, απόδοση, επιστροφής, την επιστροφή, απόδοσης