Λέξη: ανάλυση
Σχετικές λέξεις: ανάλυση
ανάλυση παλινδρόμησης, ανάλυση διακύμανσης, ανάλυση ευαισθησίας, ανάλυση νεκρού σημείου, ανάλυση swot, ανάλυση σε απλά κλάσματα, ανάλυση ομορφιάς, ανάλυση περιεχομένου, ανάλυση οθόνης, ανάλυση λόγου
Συνώνυμα: ανάλυση
ψυχανάλυση, κατάρρευση, βλάβη, σπάσιμο, ψήφισμα, απόφαση, διάλυση, λύση διαφωνίας, αποφασιστικότης
Μεταφράσεις: ανάλυση
ανάλυση στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
analysis, resolution, breakdown, analysis of, uses
ανάλυση στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
análisis, psicoanálisis, análisis de, el análisis, de análisis, el análisis de
ανάλυση στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
auswertung, untersuchungen, psychoanalyse, untersuchung, analyse, Analyse, Analysen
ανάλυση στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
examen, psychanalyse, analyse, l'analyse, analyses, une analyse
ανάλυση στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
analisi, psicanalisi, un'analisi, l'analisi, di analisi, dell'analisi
ανάλυση στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
análise, psicanálise, análises, análise de, a análise, de análise
ανάλυση στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ontbinding, analyse, psychoanalyse, ontleding, analyseren, analyses, de analyse
ανάλυση στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
анализ, разбор, исследование, анализа, анализе, анализу
ανάλυση στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
analyse, analysen, analyser
ανάλυση στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
utredning, analys, analysen, analyser
ανάλυση στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tilitys, analyysi, katsaus, psykoanalyysi, erittely, analyysin, analysointi, analyysiin, analyysiä
ανάλυση στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
analyse, analysen, analyser
ανάλυση στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
rozbor, analýza, analýzy, analýzu, analýze
ανάλυση στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
psychoanaliza, analiza, rozbiór, badanie, analizy, analizę, analizie, analiz
ανάλυση στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
elemzés, elemzése, elemzést, elemzését, analízis
ανάλυση στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
tahlil, analiz, psikanaliz, analizi, analizleri, analizler
ανάλυση στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
аналіз, аналізу
ανάλυση στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
analiza, psikoanaliza, analizë, Analiza, Analiza e, analizat, Analiza e të
ανάλυση στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
психоанализа, анализ, разбор, анализ на, анализа, анализи
ανάλυση στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
аналіз
ανάλυση στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
analüüs, analüüsi, analüüsis, analüüsiks, analüüsiga
ανάλυση στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
analizi, izračun, proračun, analize, rastavljanje, analiza, analizu, analizom
ανάλυση στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
analysis, greiningu, bera, greining
ανάλυση στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
psichoanalizė, tyrimas, analizė, analizę, analizės, analiz
ανάλυση στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
analīze, analīzi, analīzes, analīzē
ανάλυση στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
анализа, анализата, анализа на, анализи, за анализа
ανάλυση στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
analiză, psihanaliză, analiza, analize, analizei, de analiză
ανάλυση στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
analiza, analize, analizo, analizi
ανάλυση στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
rozbor, analýza, analýzy, analýzu, analýze
Στατιστικά δημοτικότητας: ανάλυση
Τυχαίες λέξεις