Wygrażać στα ελληνικά
Μετάφραση: wygrażać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λεονταρισμός, μεγαλαυχώ, μανία, πολυβοϊα, δεχτήκαμε επιθέσεις, την πολυβοϊα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- cierpkość στα ελληνικά - οξύτητα, πικρία, δριμύτητα, στυφότητα, tartness, δριμύτητας, το tartness
- czytanie στα ελληνικά - ορθογραφία, ανάγνωση, ανάγνωσης, την ανάγνωση, αναγνώσεως
- drugoplanowy στα ελληνικά - περιφερειακός, περιφερειακή, περιφερειακών, περιφερική, περιφερικού
- elekt στα ελληνικά - εκλέγω, εκλεκτός, εκλεγέντα, εκλεγείς, εκλεγέντος, εκλεκτούς
Τυχαίες λέξεις
Wygrażać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λεονταρισμός, μεγαλαυχώ, μανία, πολυβοϊα, δεχτήκαμε επιθέσεις, την πολυβοϊα
Μεταφράσεις: λεονταρισμός, μεγαλαυχώ, μανία, πολυβοϊα, δεχτήκαμε επιθέσεις, την πολυβοϊα