Λέξη: πληκτρολόγιο

Σχετικές λέξεις: πληκτρολόγιο

πληκτρολόγιο για ipad, πληκτρολόγιο για android, πληκτρολόγιο άνω τελεία, πληκτρολόγιο bluetooth, πληκτρολόγιο mac, πληκτρολόγιο για tablet, πληκτρολόγιο σιλικόνης, πληκτρολόγιο apple, πληκτρολόγιο accutype, πληκτρολόγιο φλεξυ, πληκτρολογιο

Συνώνυμα: πληκτρολόγιο

κλειδιά

Μεταφράσεις: πληκτρολόγιο

πληκτρολόγιο στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
keyboard, keypad, keyboard Interface, the keyboard

πληκτρολόγιο στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
teclado, del teclado, el teclado, teclado en, teclado de

πληκτρολόγιο στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
tastatur, klaviatur, Tastatur, Keyboard

πληκτρολόγιο στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
clavier, flèche, clavier en, le clavier

πληκτρολόγιο στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
tastiera, tastiera in, della tastiera, la tastiera, tastiera del

πληκτρολόγιο στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
teclado, do teclado, de teclado, teclado de, teclado do

πληκτρολόγιο στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
toetsenbord, klavier, keyboard, het toetsenbord

πληκτρολόγιο στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
клавиатура, коммутатор, клавиатуры, клавиатуру, клавиатурой, клавиатуре

πληκτρολόγιο στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
tastatur, klaviatur, tastaturet, keyboard

πληκτρολόγιο στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
tangentbord, tangentbordet, tangentbords, klaviaturen

πληκτρολόγιο στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
näppäimistö, näppäimistön, näppäimistöä, näppäimistöllä

πληκτρολόγιο στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
tastatur, tastaturet, keyboard

πληκτρολόγιο στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
klávesnice, manuál, klaviatura, klávesnici, klávesnicí, tastature, keyboard

πληκτρολόγιο στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
klawiatura, syntezator, keyboard, klawiatury, klawiaturę, klawiaturze

πληκτρολόγιο στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
billentyűzet, billentyűzetet, billentyűzeten, billentyűzettel, a billentyűzet

πληκτρολόγιο στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
klavye, klavyesi

πληκτρολόγιο στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
ключової, командний, сміливість, підкуп, чека, риф, клавіатура, клавиатура

πληκτρολόγιο στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
tastierë, keyboard, tastierës, tastiere, i tastierës

πληκτρολόγιο στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
клавиатура, клавиатурата, на клавиатурата

πληκτρολόγιο στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
клавіятура

πληκτρολόγιο στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sõrmistik, klaviatuur, klaviatuuri, klaviatuuril

πληκτρολόγιο στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
tipkovnica, tastatura, klavijatura, tipkovnice, Keyboard

πληκτρολόγιο στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hljómborð, lyklaborðið, lyklaborð, lyklaborðinu, lyklaborði

πληκτρολόγιο στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
klaviatūra, klaviatūros, klaviatūrą, keyboard

πληκτρολόγιο στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
klaviatūra, tastatūra, tastatūras, keyboard, tastatūru

πληκτρολόγιο στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
тастатура, тастатурата, на тастатура, на тастатурата, тастатура за

πληκτρολόγιο στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
claviatură, tastatură, tastatura, tastaturii, de tastatură

πληκτρολόγιο στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
tipkovnica, klaviatura, tipkovnico, tipkovnice

πληκτρολόγιο στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
klávesnice, klávesy, klávesnica, klaviatúra, klávesnicu, tlačidiel

Στατιστικά δημοτικότητας: πληκτρολόγιο

Τυχαίες λέξεις