Zaadresować στα ελληνικά
Μετάφραση: zaadresować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διεύθυνση, απευθύνω, τη διεύθυνση, η διεύθυνση, διεύθυνσης, διευθυνση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dociekliwie στα ελληνικά - περίεργος, περίεργο, περίεργα, αδιάκριτο, περιέργεια
- doszukiwać στα ελληνικά - διαβάζω, υποπτεύομαι, εντοπιστεί, ανιχνευθούν, εντοπίζονται, επισημανθεί, αποδοθεί
- gnoić στα ελληνικά - σαπίζω, σαπίλα, σήψης, σήψη, rot, σαπίζουν
- improwizator στα ελληνικά - improvisator
Τυχαίες λέξεις
Zaadresować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διεύθυνση, απευθύνω, τη διεύθυνση, η διεύθυνση, διεύθυνσης, διευθυνση
Μεταφράσεις: διεύθυνση, απευθύνω, τη διεύθυνση, η διεύθυνση, διεύθυνσης, διευθυνση